Στην Περιφέρεια Ηπείρου λόγω της ποικιλομορφίας του εδάφους και της συχνής εναλλαγή του ορεινού όγκου με τις μικρές πεδιάδες, ένας από τους βασικότερους κλάδους παραγωγής του πρωτογενή τομέα αποτελεί η αιγοπροβατοτροφία, η οποία είναι και η κυριότερη πηγή εσόδων για τους κατοίκους της υπαίθρου.
Η δυσαναλογία του ορεινού όγκου με τις εναλλασσόμενες πεδινές περιοχές και η ποικιλομορφία της χλωρίδας της Ηπείρου, καθώς και οι ντόπιες φυλές των αιγοπροβάτων, προσφέρει την ιδιαιτερότητα να παράγονται αμνοερίφια με ιδιαίτερη γεύση και ποιοτικά χαρακτηριστικά, που τα κάνουν να ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα της χώρας μας, αλλά και της υπόλοιπης Ευρώπης. Τα ηπειρωτικά σφάγια ικανοποιούν τόσο τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής όσο και της εγχώριας αγοράς (μικρό βάρος και γευστικό προϊόν) και γι’ αυτό απολαμβάνουν καλύτερες τιμές από τα προϊόντα της υπόλοιπης Ελλάδας. Τα τελευταία τρία χρόνια έχουν γίνει πολλές εξαγωγές σφαγίων αμνοεριφίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ιταλία-Ισπανία-Κύπρο) περί τα 60.000 σφάγια. Επίσης το 2011 δημιουργήθηκε μια καινούργια αγορά προς τις ανατολικές χώρες ενώ έχουν γίνει και πολλές εξαγωγές προς την Τουρκία ζώντων αμνοεριφίων και προβάτων. Το πλεονέκτημα είναι όχι μόνο ότι οι παραγωγοί μας έχουν λάβει υψηλότερες τιμές για τα προϊόντα τους, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι η αγορά της Τουρκίας ζητάει βαριά σφάγια (15-30kg) τα οποία είναι πολύ δύσκολο να απορροφηθούν από την ελληνική ή ευρωπαϊκή αγορά.
Η φυλή προβάτων Άρτας, γνωστή ως Φριζάρτα, είναι εγχώρια Ελληνική φυλή. ∆ηµιουργήθηκε στο πεδινό τµήµα του Άρτας µετά από χρησιµοποίηση βελτιωµένων κριαριών Αν. Φρισλανδίας και στη συνέχεια σπέρµα κριαριών της ίδιας φυλής στο ντόπιο πληθυσµό προβάτων που εκτρέφονται στην περιοχή. Η φυλή προβάτων Άρτας το 1982 αναγνωρίστηκε από το Υπουργείο ως νέα ελληνική φυλή προβάτων µετά από εισήγηση του Κ.Γ.Β.Ζ. Ιωαννίνων. Τα πρόβατα Άρτας σε σύγκριση µε τις άλλες Ελληνικές φυλές είναι µεγαλόσωµα. Ο χρωµατισµός των προβάτων σε ολόκληρο το σώµα είναι λευκός µε ελάχιστες εξαιρέσεις. Επίσης προσαρµόστηκαν άριστα στο πεδινό τµήµα του νοµού µας καθώς και σε Θεσπρωτία, Πρέβεζα και Αιτωλοακαρνανία. Εκτιµάται ότι στην Ήπειρο και στην Αιτωλοακαρνανία εκτρέφονται περίπου 50.000 πρόβατα της φυλής από τα οποία 30.000 στο Ν. Άρτας.
To αρνί είναι ένα πρόβατο μικρότερο του ενός έτους και ένα από τα «κόκκινα» κρέατα. Είναι το παλαιότερο οικόσιτο ζώο. Στη Μέση Ανατολή όπου εκτρέφεται εδώ και 9.000 χρόνια αποτελεί και την κύρια πηγή κρέατος, ενώ στη χώρα μας και στα Βαλκάνια αποτελεί ένα από τα πιο αγαπητά εδέσματα (πράγμα που δεν συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη με εξαίρεση τη Σκοτία, την Ισπανία και την Ιταλία). Το αρνάκι –είτε στη σούβλα (οβελίας) είτε γεμιστό στο φούρνο– είναι ταυτισμένο με το Πάσχα και το σημαντικότερο εθιμικό και θρησκευτικό φαγητό της χώρας. Όπως και το κατσίκι, στην Ελλάδα τα αρνιά δεν ζουν οργανωμένα σε στάβλους ή φάρμες –στην Ευρώπη τα κοπάδια είναι κυρίως έγκλειστα– και έτσι απολαμβάνουν την ποικιλία βοσκής με αποτέλεσμα να έχει το κρέας του εξαιρετική γεύση. Για τον ίδιο λόγο δεν περιέχει το κρέας τους ορμόνες και αντιβιοτικά. Στην αγορά, μπορείτε να ξεχωρίσετε τα ντόπια αρνιά –και τα κατσίκια– από το είδος της σφραγίδας: τα εγχώρια κρέατα έχουν μπλε σφραγίδα. Η ένδειξη «εγχώριο» δεν αναγράφεται υποχρεωτικά. Το σχήμα της σφραγίδας δηλώνει το είδος του ζώου, δηλαδή το αρνί έχει σφραγίδα σε σχήμα ρόμβου, αλλά το αρνάκι γάλακτος και το κατσικάκι γάλακτος έχουν σφραγίδα σε σχήμα παραλληλόγραμμου.
Ειδικά για το βιολογικό κρέας, πρέπει να υπάρχει και το καρτελάκι του οργανισμού πιστοποίησης που εγγυάται ότι πραγματικά το κρέας είναι βιολογικό. Ανάλογα με την ηλικία του ζώου, το κρέας του κατατάσσεται ως εξής:
Η προβατίνα και το κριάρι (αρσενικό πρόβατο) είναι ζώα μεγαλύτερα του ενός έτους και ζυγίζουν πάνω από 20 κιλά.
Το ζυγούρι είναι μεγαλύτερο του ενός έτους, δεν έχει τεκνοποιήσει ακόμα και ζυγίζει πάνω από 15 κιλά.
Το αρνί είναι από 3,5 μηνών μέχρι ενός έτους και ζυγίζει 10-14 κιλά.
Το αρνάκι γάλακτος είναι μέχρι 3,5 μηνών και ζυγίζει μέχρι 10 κιλά. Διατροφική αξία:
Περιέχει περίπου 210 θερμίδες/100 γρ. Είναι μια πολύ καλή πηγή πρωτεΐνης υψηλής βιολογικής αξίας (διαθέτει και τα 8 ουσιαστικά αμινοξέα – τα αμινοξέα, δηλαδή, που δεν μπορεί να τα φτιάξει μόνος του ο οργανισμός μας και πρέπει να τα πάρει έτοιμα από τις τροφές) και περιέχει σημαντικές βιταμίνες μεταξύ των οποίων Νιασίνη και Β-12 και ανόργανα άλατα όπως το σελήνιο και ο ψευδάργυρος. Για πολλούς ανθρώπους το πρόβλημα με το αρνί είναι η περιεκτικότητά του σε λιπαρά και χοληστερίνη. Παρά την κακή του φήμη, όμως, το αρνί, όπως και άλλα κόκκινα κρέατα, όταν τρώγεται με σύνεση, μπορεί να είναι μέρος μιας υγιεινής διατροφής:
* Μόνο το 36% περίπου από το λίπος του αρνιού είναι κορεσμένο. Το υπόλοιπο λίπος ανήκει στα πιο υγιεινά μονοακόρεστα ή πολυακόρεστα λιπαρά. Το αρνί, σε σχέση με άλλα κρέατα, έχει λιγότερο λίπος ανάμεσα στις μυϊκές ίνες, ενώ το περισσότερο βρίσκεται στο εξωτερικό του μέρος. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε πολύ εύκολα να το αφαιρέσουμε ώστε να μειώσουμε ακόμα περισσότερο τα κορεσμένα λιπαρά και τη χοληστερίνη.
ΑΡΝΙ ΠΕΡΙΕΧΕΙ 280.00 ΘΕΡΜΙΔΕΣ (ΑΡΝΙ - ΦΑΓΗΤΟ 100G)
- 0.00 g υδατάνθρακες
- 24.00 g λίπους
- 6.00 g Πρωτεΐνη
ορυκτά
- 10.00 mg ασβέστιο
- 1.80 mg σιδήρου
- 0.00 mg μαγνήσιο
- 150.00 mg φωσφόρου
- 265.00 mg κάλιο
- 90.00 mg νατρίου
βιταμίνες
- 0.00 mg βιταμίνης Α (ρετινόλη ή καροτένιο)
- 0.20 mg βιταμίνη Β1 (θειαμίνη, Aneurin)
- 0.25 mg βιταμίνη Β2 ή ριβοφλαβίνη
- 0.20 mg βιταμίνης Β6 ή πυριδοξίνη
- 0.00 mg βιταμίνης C ή ασκορβικό οξύ
- 0.00 mg βιταμίνης Ε ή τοκοφερόλη
Το κατσίκι έχει λιγότερες θερμίδες συγκριτικά με το αρνί, αφού τα 100γρ. κατσικιού έχουν 110 θερμίδες. Το ολικό λίπος του κατσικιού αγγίζει τα 4,2 γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια κρέατος. Το κατσίκι έχει λιγότερες θερμίδες, λιγότερο ολικό και κορεσμένο λίπος και λιγότερηχοληστερόλη. Είναι πλούσιο σε συνένζυμο Q10 -η αντιοξειδωτική δράση του οποίου μειώνει την LDL "κακή" χοληστερόλη- προλαμβάνοντας τη στεφανιαία νόσο και τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή. Περιέχει L-καρνιτίνη, η οποία μεταφέρει τα λιπαρά οξέα στα μιτοχόνδρια, οπού μπορούν να διασπαστούν για να δώσουν ενέργεια στον οργανισμό (λιπολυτική δράση). Τέλος, έχει υψηλή περιεκτικότητα σε γ-λινολεϊκό οξύ (CLA), το οποίο συμβάλλει στη ελάττωση του λίπους σε υπέρβαρα άτομα καθώς και στη βελτίωση του λιπιδαιμικού τους προφίλ.
Τα αρνητικά του κατσικιού είναι ότι έχει περισσότερα τρανς λιπαρά, λιγότερη πρωτεΐνη και περισσότερο νάτριο.
ΠΗΓΕΣ
World Population food
UmamiPedia: Αρνί
Περιφέρεια Ηπείρου
medlabgr.blogspot
|